Παρασκευή 6 Ιανουαρίου 2012

Τετάρτη 4 Ιανουαρίου 2012

Με τα φωτα σβηστα

Ανοιξε τα ματια της και ενιωσε να πνιγεται. Η ανασα της κοφτη. Γυρισε να κοιταξει το ρολοι και ειχαν περασει περιπου 40 λεπτα απο τοτε που ειχε ξαπλωσει. Δεν ειχε κοιμηθει, δεν ειχε καν ονειρευτει. Σα να επεσε σε χειμαιρια ναρκη, στο απολυτο κενο. ''Θελω να βλεπω τα ματια σου συνεχεια, να σε νιωθω κοντα μου'', ηταν τα τελευταια λογια της λιγο πριν τον δει να φευγει. Εκεινος προχωρησε μπροστα της, τα βηματα του ολοενα και βαραιναν πιο πολυ την ψυχη της που την ενιωθε να χαρακωνεται. ''Δεν μπορω να σου δωσω πια αυτο που θες'' της ειπε κοιταζοντας τον τοιχο. Τα λογια του τοσο σιγουρα, τοσο αψυχα..σαν ενας ξενος. Σαν να εβλεπε παλι μπροστα της εκεινο το παιδι που ειχε γνωρισει πριν ενα χρονο. Εκεινον τον αγερωχο, μυστηριο, με τα μελαγχολικα ματια, αντρα που την ειχε γοητευσει απο την πρωτη στιγμη. Που ηθελε να τον δαμασει, να τον κανει δικο της και να ξετυλιξει την καρδια του. Να τον κανει ενα με εκεινη. Κοιτουσε το ταβανι και σκεφτοταν πως δεν καταφερε να τον κανει ποτε δικο της..πως ο τοιχος μεταξυ τους ηταν απροσπελαστος. Τα λογια του ηχουσαν μεσα της ξανα και ξανα. ''Δεν μπορω να σου δωσω πια αυτο που θες.'' Γιατι; Γιατι σταματησες να δινεις; ,σκεφτοταν..Και γιατι πρεπει να δινω μονο εγω; Να προσπαθω παντα εγω.. Τα φωτα σβηστα. Δεν ηθελε να βλεπει τριγυρω της. Δεν ηθελε να βλεπει οτι ηταν μονη της. Πως μπορεσε με τοση ευκολια να την εγκαταλειψει, χωρις τυψεις και χωρις μια εξηγηση; Δεν ηθελε να κλαψει. Προσπαθουσε να πνιξει τους λυγμους της. Αλλα ενιωθε τα ματια της πρησμενα και το κορμι της μουδιασμενο. Αναπολουσε το πρωτο τους φιλι..Η πιο δυνατη στιγμη που θυμοταν ομως ηταν εκεινη του η αγκαλια. Τοτε που δεν ηταν πια μονη και που καποιος την προστατευε στα δυο του χερια. Το σφυξιμο..Η ζεστασια..Η ανασα του..Τοσο εντονα ολα αυτα.. Τοτε που ηταν πια σημαντικη για καποιον. Εκεινα τα λιγα δευτερολεπτα που ηθελε να μεινουν στην αιωνιοτητα. Τοτε που ειχε επιστρεψει σπιτι της και σκεφτοταν αυτη τη σκηνη ξανα και ξανα, ευελπιστωντας να γαντζωθει στη μνημη της. Και το αμεσως επομενο πρωι που ξυπνησε τοσο χαρουμενη. Και καθως σχηματιζε στο νου της το χαμογελο του, χαμογελουσε και αυτη. Ετσι ηθελε να μεινει. Αυτη η αναμνηση που τοσο την πονουσε και τοσο την γαληνευε...Γυρισε στο πλαι και ακουμπησε στο υγρο απο τα δακρυα μαξιλαρι της. Εκανε να ανοιξει το φως αλλα σταματησε. Εμεινε εκει..μονη στο σκοταδι, με τη παρουσια του να αιωρειται.